Ο Ορφικός πάπυρος του Δερβενίου βρέθηκε το 1962 στον ασύλητο τάφο ενός ευγενούς, βόρεια της Θεσσαλονίκης στην περιοχή του Δερβενίου.
Ο αρχαιολόγος Πέτρος Θέμελης, ανακάλυψε ότι ένα από τα κάρβουνα της νεκρικής πυράς του τάφου ήταν μια συμπαγής όχι τελείως απανθρακωμένη μάζα, η οποία στην συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι ήταν ο πρώτος κύλινδρος παπύρου που ανακαλυπτόταν σε ελληνικό έδαφος και το αρχαιότερο βιβλίο της δυτικής παράδοσης.
Σημειώνεται ότι ο πάπυρος διατηρήθηκε ανέπαφος για είκοσι τρεις αιώνες επειδή είχε μετατραπεί σε μια συμπαγή, σχεδόν απανθρακωμένη μάζα.
Η μάζα αυτή μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, όπου μετά από μεγάλη προσπάθεια σταθεροποιήθηκε και τελικά σώθηκαν 266 μικρά κομμάτια του παπύρου.
Ο Αυστριακός ειδικός Α. Φάκελμαν ξετύλιξε αμέσως τον κύλινδρο και τοποθέτησε τα σπαράγματα σε υπόστρωμα από στυπόχαρτο, το οποίο συμπιέστηκε μεταξύ δύο υαλοπινάκων και στη συνέχεια σφραγίστηκαν. Με προσοχή τα εύθρυπτα αυτά σπαράγματα τοποθετήθηκαν στη σωστή τους θέση, δημιουργώντας έναν κύλινδρο μήκους περίπου 3 μέτρων και μέγιστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου.
Η ανάγνωση των στηλών έγινε από τον καθηγητή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης παπυρολόγο Κ. Τσαντσάνογλου σε συνεργασία με τους καθηγητές Θ. Κουρεμένο, Γ. Παράσογλου και ολοκληρώθηκε το 2006.
Ως χρονολογία γραφής του Ορφικού πάπυρου σημειώνεται το διάστημα 340-320 π.Χ. , ενώ το κείμενο το οποίο αναφέρεται σε αυτόν είναι αρχαιότερο και χρονολογείται πιθανότατα στο διάστημα 420-410 π.Χ..
Ο πάπυρος του Δερβενίου φυλάσσεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, ως το αρχαιότερο σωζόμενο, αναγνώσιμο κείμενο στην Ευρώπη.
Τα 266 ημιαπανθρακωμένα σπαράγματα είναι όχι μόνο αποσπάσματα από τον Ιερό Λόγο του ορφικού Ύμνου με περιεχόμενο καθαρά θεογονικό αλλά περιέχουν και την κοσμογονική θεωρία των φυσικών φιλοσόφων.
Ο καθηγητής Τσαντσάνογλου αναφέρει:
“…. ο πάπυρος δεν είναι μόνον ο παλαιότερος σωζόμενος της Ευρώπης αλλά και ο μοναδικός που συνδυάζει φιλοσοφική και θρησκευτική προσέγγιση. Φωτίζει μια πτυχή της μυστηριακής θρησκείας στην κλασική εποχή και ταυτόχρονα την φιλοσοφική σκέψη της ίδιας εποχής. Σηματοδοτεί το πέρασμα στην πλατωνική προσέγγιση και αργότερα στην αριστοτελική σκέψη. Ως έργο κομβικής σημασίας για την μελέτη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και φιλοσοφίας αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων και δίνει μια ιδιαίτερη εκδοχή της προσωκρατικής φυσικής. Αλληγορεί τα ονόματα της θεϊκής γενεαλογίας με μια τελείως αυθαίρετη χρήση της ετυμολογίας και με γλωσσική ερμηνεία καταλήγει για να διαφωτίσει τη διαδικασία της κοσμολογίας- θέμα μελέτης αγαπητό των Ιώνων φυσικών φιλοσόφων….”
Πιθανολογείται ότι συγγραφέας του κειμένου είναι ο Ευθύφρων από τα Πρόσπαλτα της Αττικής ο οποίος ανήκε στον ευρύτερο κύκλο του Αναξαγόρα και ερμηνεύει το θεογονικό ορφικό ποίημα το σχετικό με την γέννηση των θεών με έναν αντισυμβατικό τρόπο. Ισχυρίζεται πως οι θεοί δεν είναι πράγματι θεοί, αλλά συμβολίζουν τα στοιχεία της φύσης. Και όχι μόνο οι θεοί, αλλά και οι τόποι και τα περιστατικά, όλα είναι αλληγορίες και πρέπει να ερμηνευθούν σωστά για να έχουν κάποια αξία.
Το επιχείρημά του είναι πως “…ο Ορφέας δεν ήθελε να τους πει ελκυστικά αινίγματα αλλά κοσμοϊστορικά πράγματα μέσα από αινίγματα…”.
Οι πρώτες 7 στήλες, οι οποίες σώζονται μερικώς, μας εισάγουν στον κόσμο των μυστικιστικών δοξασιών και λατρειών (των μυστών) αλλά και του περσικού ιερατείου (των μάγων).
Ο συγγραφέας αναφέρεται στα δεινά που πρόκειται να αντιμετωπίσουν μετά τον θάνατό οι μη πιστεύοντες και περιγράφει θυσίες και σπονδές που γίνονται στις Ερινύες και τις Ευμενίδες, που γι’ αυτόν δεν είναι θεότητες αλλά οι αναρίθμητες ψυχές των νεκρών.
Οι οντότητες αυτές δεν τιμωρούν μόνο τα ανομήματα των ανθρώπων αλλά και κάθε παράβαση των φυσικών νόμων του σύμπαντος.
Οι στήλες 24 και 25 παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον για την Αστρονομία διότι αναφέρονται στην σελήνη με μαθηματικούς, φυσικούς και αστρονομικούς όρους.
Στον πάπυρο εμπεριέχονται γνώσεις που σχετίζονται με τον Αριστοτέλη (Περί Ουρανού ), γεγονός που προβληματίζει εάν ο συγγραφέας γνώριζε το έργο του Αριστοτέλη. Επίσης τα αναφερόμενα στους γεωργούς και τους ναυτιλλομένους παραπέμπουν στο αστρικό ημερολόγιο του Ησίοδου. Ταυτόχρονα ο συγγραφέας φαίνεται να γνωρίζει τις απόψεις των προσωκρατικών φιλοσόφων, καθώς και του Ηρακλείτου του Εφέσιου του οποίου κάνει μνεία την άποψη τη σχετική με το μέγεθος του ήλιου.
Ο συγγραφέας του παπύρου αναφέρει, ότι ο Ορφέας ιερολογούσε με την ποίηση του, αποκαλύπτοντας σπουδαίες αλήθειες τις οποίες όμως κάλυπτε χρησιμοποιώντας μια αινιγματική γλώσσα έτσι ώστε να είναι αντιληπτές μόνο από τους μυημένους οι οποίοι είχαν την ικανότητα να κατανοήσουν τα κεκρυμμένα μηνύματα. Επίσης είχε συνθέσει ύμνους για να τους ψάλλουν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των θυσιών.
Ο συγγραφέας αρχίζει την ερμηνεία του ορφικού ύμνου – θεογονία, με τη φράση: “Απευθύνομαι σε όσους αντιλαμβάνονται, οι αμύητοι να βάλουν πόρτες στ’ αφτιά τους” , η οποία θεογονία διαφέρει σε πολλά σημεία από την θεογονία του Ησιόδου, σαν να επρόκειτο για έναν μυστικό κώδικα που μόνο ο ίδιος μπορεί να αποκρυπτογραφήσει.
Μάλιστα η αναφορά του συγγραφέα στον Ύμνο επιβεβαιώνει την ύπαρξη και την σημασία του τόσο για την Ορφική λατρεία όσο και για την ιστορία των επιστημονικών ιδεών, οι οποίες περιέχονται σε αυτούς.
Ο πάπυρος του Δερβενίου μας αποκαλύπτει, ότι οι μυούμενοι στον Ορφισμὸ διδάσκονταν όχι μόνον τα των ηθικών αξιών αλλά και την ερμηνεία των κοσμογονικών μύθων των θεών βάσει των φιλοσοφικών, επιστημονικών θεωριών της εποχής τους.
Δηλαδή, οι Ορφικοί, όπως μας αναφέρει η καθηγήτρια Παπαθανασίου, διδάσκονταν πώς να συνδυάσουν την μεταφυσική πίστη τους στα μυστήρια της λατρείας τους με την λογική και επιστημονική ερμηνεία των φυσικών φαινομένων, τα οποία αποδίδονταν στην δράση των θεών.
Ο πάπυρος αποτελεί το πρώτο παράδειγμα “αλληγορικής” ερμηνευτικής για την οικοδόμηση γέφυρας μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκευτικότητας, μεταξύ διανοητικής σκέψης και συμβολισμού σε ιερούς λόγους και ιεροπραξίες, (Πιέρρης, 2010).
Ο πάπυρος του Δερβενίου αποτελεί μια παρακαταθήκη για όλη την ανθρωπότητα, καθώς αντανακλά οικουμενικές αξίες και επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε πανανθρώπινα και διαχρονικά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία του κόσμου και την μεταθανάτια ζωή, (Κατσινόπουλος, 2017).
Αυτό αποτελεί ένα μεγάλο βήμα στην πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου και έχει παγκοσμίως αναγνωρισθεί.
Από το 2015 ο πάπυρος του Δερβενίου έχει εγγραφεί στον Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος Memory of the World της UNESCO, ανάμεσα στα 348 σημαντικότερα κινητά μνημεία της ανθρωπότητας, με σκοπό την διατήρηση, την συντήρηση και την πλήρη προσβασιμότητα στην κατά διαφόρους τρόπους τεκμηριωμένη πολιτιστική κληρονομιά του ανθρώπου, (Παπαθανασίου, 2017).
Σύμφωνα με την UNESCO:
“O Πάπυρος του Δερβενίου έχει τεράστια σημασία, όχι μόνο για τη μελέτη της ελληνικής θρησκείας και της φιλοσοφίας, οι οποίες είναι η βάση της δυτικής φιλοσοφικής σκέψης, αλλά και επειδή αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων προσφέροντας μια ξεχωριστή έκδοση του προσωκρατικών φιλοσόφων. Ο Πάπυρος του Δερβενίου, που αποτελεί το πρώτο βιβλίο της δυτικής παράδοσης, έχει παγκόσμια σημασία, δεδομένου ότι αντανακλά τις οικουμενικές αξίες του ανθρώπου: την ανάγκη του να κατανοήσει τον κόσμο , την επιθυμία του να ανήκει σε μια ανθρώπινη κοινωνία με κοινώς παραδεκτούς κανόνες και την αγωνία του να αντιμετωπίσει το τέλος της ζωής.”
ΠΗΓΕΣ
1. Παπαθανασίου Μ. (2015) ” Ο ΟΡΦΙΚΟΣ ΠΑΠΥΡΟΣ ΤΟΥ ΔΕΡΒΕΝΙΟΥ (ΣΕΛ. XXIV-XXV) ” 5ο Διεπιστημονικό Συνέδριο Φιλοσοφία και Κοσμολογία: Volume of Proceedings , Θεσσαλονίκη
2. Kouremenos, Th., Parassoglou, G., Tsantsanoglou, K. (2006) “The Derveni Papyrus, ed. with Introduction and Commentary”. Firenze: Olschki.
3. Leonard Muellner, G. Nagy, Ioanna Papadopoulou,(2006), “The Derveni Papyrus: An Interdisciplinary Research Project”, Harvard University Press
4. https://el.wikipedia.org/wiki