Δρ. Μαρία Σωτηράκου
“Μακάριος ο δια των Μυστηρίων διελθών, ούτος γιγνώσκει την αρχήν και το τέλος της ζωής”
Πίνδαρος
Ο άνθρωπος, με την εμφάνιση του επί της γης, προσπαθούσε να εξηγήσει τις μεταβολές και τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος το οποίο συνεχώς άλλαζε. Ταυτόχρονα μελετούσε τα μυστήρια της ζωής και του θανάτου μη δυνάμενος να κατανοήσει την αρχή και το τέλος της δικής του ύπαρξης.
Από νωρίς άρχισε να πιστεύει ότι πέρα από τον κόσμο των αισθήσεων του και των αντιληπτών από τον ίδιο γεγονότων, υπήρχε μια άλλη πραγματικότητα, μια πραγματικότητα η οποία διαμορφωνόταν από αιώνιες συμπαντικές δυνάμεις, δυνάμεις οι οποίες πιθανόν επηρέαζαν την ύπαρξη του.
Για την κατανόηση αυτής της υπερβατικής πραγματικότητας και του εναρμονισμού μαζί της ο άνθρωπος δημιούργησε τις θρησκείες σε συλλογικό επίπεδο και τις μυστηριακές τελετουργίες – λατρείες σε ατομικό επίπεδο, υψηλότερου πνευματικού προβληματισμού.
Τις λατρείες αυτές τις αποκαλούσαν Μυστήρια, (Κοσμόπουλος, 2003).
Ετυμολογικά η λέξη “μύστης” προέρχεται από το ρήμα μύω δηλαδή : “κλείνω τα μάτια και το στόμα” και αρχικώς αναφερόταν σε αυτόν που κλείνει το στόμα του και δεν αποκαλύπτει όσα είδε ή άκουσε σχετικά με την μυστική και συμβολική τελετουργία που ήταν το μυστήριο, (Μπαμπινιώτης, 2004).
Κατά την αρχαιότητα τα Μυστήρια λέγονταν μερικές φορές “όργια”, αν και όργια ήσαν κατ’ αρχάς θυσίες και ορισμένες ιεροτελεστίες – τελετές, οι οποίες γίνονταν κατά την λατρεία του Διονύσου. Μια εκδοχή προέλευσης της λέξης “όργια”, αναφέρει ότι προέρχεται από το “έοργα”, το οποίο σχηματίζεται από το ρήμα έργω ή έρδω και σήμαινε κάμνω ή εργάζομαι. (Καλλέργη, 1981).
Τα Αρχαία Μυστήρια αποτελούσαν ένα μέρος της θρησκευτικής ζωής και ήταν μια έκφραση του αισθήματος των ανθρώπων για κάτι ανώτερο από το ανθρώπινο. Θεωρούνταν θεόπνευστα συστήματα και οι τελετουργίες τους ακολουθούσαν μια καθιερωμένη διαδικασία. Τα συστήματα αυτά περιελάμβαναν διδασκαλίες-νουθεσίες, λατρευτικές πρακτικές, διαδικασίες κάθαρσης και ένα σύνολο πεποιθήσεων, αποτελούσαν δε μια μορφή θρησκευτικότητας και εξελίσσονταν παράλληλα προς την δημόσια θρησκεία, (Χριστάκου 2012).
Τα Αρχαία Ελληνικά Mυστήρια και οι όποιες διασωθείσες πληροφορίες αποτελούν σήμερα, την αίγλη και το μεγαλείο της πνευματικής μας κληρονομιάς .
Σημειώνεται ότι η εμφάνιση και λειτουργία των Μυστηρίων, απαιτεί την ύπαρξη ενός αρκετά ανεπτυγμένου πολιτιστικού-πνευματικού επιπέδου του ανθρώπου, στο οποίο η σύλληψη της έννοιας των θεών καθώς και ενός υπερβατικού κόσμου που υπάρχει πέρα από τις ανθρώπινες αισθήσεις, αποτελούν την αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξή τους.
Από τα υπάρχοντα στοιχεία καταγράφεται ότι στα Μυστήρια, διδάσκονταν συμβολικά και αλληγορικά η Κοσμογονία, η Θεογονία, η Πίστη στο Θείο, η αθανασία της ψυχής, η σημασία της Ζωής και του Θανάτου, η μετά θάνατον συνέχιση της ψυχής, και η Θεουργία.
Υπήρχε δε συσχέτιση όλων αυτών με την μελέτη της Φύσης και των Νόμων της.
Βασικός σκοπός των Μυστηρίων ήταν η αποκάλυψη της αιώνιας αλήθειας, το ύψιστο μυστήριο του θανάτου, δηλαδή το “πέρασμα” από μια κατάσταση συνείδησης σε μια άλλη, σκοπός ο οποίος διατηρήθηκε για χιλιάδες χρόνια. Την αλήθεια αυτή προσπαθούσαν να προσεγγίσουν οι Μύστες-μυημένοι αναδύοντας το μεγαλείο του ψυχικού και πνευματικού κόσμου του ανθρώπου, με τελικό στόχο την προσδοκώμενη άνωθεν “επικοινωνία”.
Η προσπάθεια αποκάλυψης αυτής της αιώνιας αλήθειας αποτελεί ιδιαίτερη, προσωπική, ατομική υπόθεση του κάθε μυούμενου, ο οποίος κατά την διάρκεια της τελετουργίας της μύησης του, βιώνει την ιδέα του θανάτου και της αναγέννησης. Δηλαδή πεθαίνει το παλιό, ο παλιός του εαυτός και γεννιέται κάτι νέο πνευματικότερο, ικανό να πετύχει την κοινωνία του μύστη με το Θεό, την προσωπική ένωση με Εκείνον.
Μέσω αυτών των μυστηριακών τελετών , στις μυητικές διαδικασίες των οποίων συμμετείχαν ισότιμα άντρες και γυναίκες, οι μυημένοι, οι οποίοι πίστευαν στην ύπαρξη ενός υπερβατικού κόσμου, αφού είχαν περάσει τις διαδικασίες καθαρμού σώματος, συναισθημάτων και σκέψεων και είχαν απαλλαγεί από κάθε στοιχείο εξωτερικής δεισιδαιμονίας, οδηγούνταν στην ανακάλυψη των πιο απόκρυφων μερών της ύπαρξης τους. Είχαν δε ως τελικό στόχο την πνευματική τους ολοκλήρωση και αναγέννηση, δηλαδή την αναθεώρηση του περιεχομένου της ύπαρξης τους και τον επαναπροσανατολισμό της κυρίως σε πνευματικά ενδιαφέροντα, (Kerenyi and all, 2005).
Οι μυημένοι μέσω της μύησης υφίσταντο μια ουσιαστική μετάβαση της εσωτερικής τους κατάστασης σε ανώτερα πνευματικά επίπεδα, η οποία διατηρούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, γεγονός που δηλώνει τον παιδαγωγικό χαρακτήρα που ενέχει η διαδικασία της μύησης.
Η τήρηση της σιωπής από μέρους των μυστών σύμφωνα με τον L. Martin: “είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα διότι αποσκοπούσε στην εξάσκηση της πειθαρχίας (sacra disciplina) των μελών αυτών των ομάδων, ένας χαρακτήρας που ενισχύεται ιδιαίτερα μέσω της παράδοσης και της προφορικής διδασκαλίας, διότι κατά τη διάρκεια των κλασικών και ελληνορωμαϊκών χρόνων δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη ιερών κειμένων“.
Την διαπλαστική δύναμη των Μυστηρίων εξαίρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης : “Οι κοινωνήσαντες των Μυστηρίων και καλύτεροι πάσης πλευράς γίνονται και δυνατότεροι και ευσεβέστεροι”, (Συνερχόμεθα εις τον Ναόν ίνα χαλιναγωγήσωμεν τα πάθη μας),(Καθητζιώτης, 1967).
Οι τελετές μύησης στην αρχαιότητα αποτελούνταν από τις προκαταρκτικές τελετές εξαγνισμού, τη λεγόμενη κάθαρση, τις δημόσιες προπαρασκευαστικές τελετουργίες και θυσίες με τη συνάθροιση των μυστών για τον τελετουργικό χορό ή την πομπή, τη λεγόμενη σύστασις, την πομπή των μυστών από το κέντρο της δημόσιας λατρείας στον ιερό χώρο τέμενος της λατρευόμενης θεότητας και τη μύηση – τελετή τη συνάντηση δηλαδή με το ιερό στοιχείο, παρουσία της θεϊκής επιφάνειας, (Χριστάκου, 2012).
Κατά την κάθαρση και την μύηση – τελετή δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν αμύητοι ενώ οι Μύστες, δια όρκου, απαγορευόταν να ανακοινώνουν το οτιδήποτε και ως εκ τούτου οι όποιες πληροφορίες υπάρχουν είναι ελλιπείς και οι ερευνητές καταβάλουν προσπάθεια να επιβεβαιώσουν, κατά το δυνατόν, και να καταγράψουν τα δεδομένα εκείνης της εποχής.
Σχεδόν όλα τα Μυστήρια είχαν τις ίδιες αρχές, τους ίδιους σκοπούς και αρκετές κοινές τελετουργίες, όπως δε θα αναδειχθεί στην συνέχεια υπήρχαν σημαντικές επιδράσεις μεταξύ τους.
Ο Σωκράτης στο έργο του Πλάτωνα “Φαίδων” παρουσιάζεται να λέει: “…Οι μυημένοι είναι βέβαιο ότι απολαμβάνουν την συντροφιά των θεών………… Μόνο με το θάνατο του σώματος η ψυχή κατορθώνει να ζήσει τη δική της ζωή· Εάν λοιπόν ο άνθρωπος θέλει να μεθέξει στην αιώνια ζωή, που μόνο αυτή ταιριάζει στην ψυχή, πρέπει να πεθάνει, ως προς το σώμα, για τη γήινη ύπαρξη….”
Κατά τις μυστηριακές αυτές τελετές όλοι είχαν αντιληφθεί μια κεφαλαιώδη αλήθεια, την οποίαν η μεταγενέστερη ανθρώπινη κοινωνία αγνόησε : ότι η γυναίκα για να εκπληρώσει σωστά την αποστολή της είχε ανάγκη εκπαίδευσης και ειδικής μύησης.
Γυναικεία μύηση συναντάμε στις Ινδίες την βεδική εποχή, στην Αίγυπτο στα Μυστήρια της Ίσιδος, καθώς και σε όλα σχεδόν τα Ελληνικά Μυστήρια, (Συρέ, 1981).
Σημειώνεται ότι στα γνωστότερα Ελληνικά Μυστήρια αυτής της πρώιμης εποχής, όπως στα Καβείρια, τα Κρητικά, τα Ορφικά, τα Πυθαγόρεια και τα Ελευσίνια, συμμετείχαν άντρες και οι γυναίκες, είτε ως μυούμενοι-μύστες είτε ως μέλη του Ιερατείου.
Δηλαδή οι γυναίκες, ισότιμα με τους άντρες, είχαν ενεργό ρόλο σε τελετές καθαρμού και σε μυητικές τελετουργίες για τις οποίες πίστευαν ότι μπορούσαν να εξασφαλίσουν την απελευθέρωση της ψυχής από το υλικό-σωματικό στοιχείο, την “φυλακή” όπως το αποκαλούσαν, και την ένωσή της με το θεϊκό.
Ο Ιορδάνης Πουλκούρας αναφέρει: “…. ο αρχετυπικός μύθος όλων σχεδόν των Μυστηρίων προέρχεται από τις τοτεμικές λατρείες που πρωτοκαθιέρωσαν οι γυναίκες των πρώτων κοινωνιών – μεγάλων οικογενειών. Οι κοινωνίες αυτές ήταν νομαδικές, τροφοσυλλεκτικές και μητριαρχικές και πρωτοεμφανίστηκαν στην Μινωική Κρήτη κατά τον 19ο προχριστιανικό αιώνα.
Οι γυναίκες που διοικούσαν την οικογένεια, από την στιγμή που οι άντρες-τροφοσυλλέκτες απουσίαζαν προς αναζήτηση τροφής, πρωτοκαθιέρωσαν τις λατρείες αυτές οι οποίες στηρίχτηκαν στον σεληνιακό κύκλο των εποχών, με κύριο ζητούμενο τη γονιμότητα και αργότερα πρόσθεσαν τις τελετές ενήβωσης και φυλετικής μύησης.
Δοκιμασίες από τις οποίες έπρεπε να διέλθουν επιτυχώς τα νεαρά μέλη για να γίνουν δεκτά στον κόσμο των ενηλίκων.
Η αρχετυπική εικόνα που έχει φτάσει πανίσχυρη ως εμάς είναι της Ιερής μητέρας και του θείου βρέφους της. Του βρέφους που κάθε χρόνο πέθαινε για να αναγεννηθεί στο πρόσωπο ενός αλλού νεαρού μέλους της φυλής διαιωνίζοντας μέσα από αυτό το εποχικό δράμα, την αναγέννηση της φύσης. Και ακόμα της ελπίδας που υπήρχε για τα μέλη της φυλής στο σκοτάδι του Κάτω Κόσμου που δεν ήταν ένα εχθρικό τέλος αλλά μια οδός από την οποία όλοι έπρεπε να διέλθουν για να κατακτήσουν ως νέοι βλαστοί την αναγέννηση. Από αυτή την ηρωική διέλευση από τον Κάτω Κόσμο προέρχεται και ο αρχετυπικός μύθος όλων σχεδόν των μυστηρίων.
Οι γυναίκες που ασχολούνται με την κοινότητα κάποια στιγμή επινοούν την καλλιέργεια και την αναπτύσσουν με τη βοήθεια των παιδιών. Γι αυτό παντού συναντάμε μια Μητέρα θεά (π.χ. τη Δήμητρα) που γνωρίζει το μυστικό και το διδάσκει σε ένα βασιλόπαιδο (π.χ. Τριπτόλεμο) για να το διαδώσει στους ανθρώπους.
Η μόνιμη καλλιέργεια παύει την ανάγκη της νομαδικής μετακίνησης με αποτέλεσμα την δημιουργία της πρώτης πόλης όπου σιγά – σιγά αρχίζει να συσσωρεύεται πλούτος.
Ο πλούτος και η πόλη θέλουν προστασία και εκεί διεκδικεί θρησκευτική θέση ο ήδη αναβαθμισμένος άντρας αφού η δύναμή του είναι η εγγύηση.
Η μέχρι τότε μητρογραμμική διαδοχή μετατρέπεται σε πατρογραμμική.
Πλέον δίπλα σε κάθε θεά αντιστοιχεί ένας Θεός και δίπλα σε κάθε γυναίκα αρχιέρεια ένας άντρας αρχιερέας.
Αυτό διατηρείται και στα Ελευσίνια Μυστήρια όπου δίπλα στον Ιεροφάντη υπήρχε η Ιεροφάντης δίπλα στον Επιβώμιο ιερέα, ή Επώνυμος ιέρεια ……”, (Πουλκουράς, 2008).
Βάσει των ανωτέρω αναδεικνύεται η αρχέτυπος πρωτοβουλία των γυναικών στην δημιουργία των Αρχαίων Μυστηρίων.
Δηλαδή η γυναίκα επινόησε, δημιούργησε και πραγματοποίησε τις πρώτες Μυστηριακές τελετές για την μελέτη της ζωής μέσω του θανάτου .
Η παρουσίαση η οποία θα ακολουθεί καταγράφει ότι τα Αρχαία Μυστήρια, όπως ακριβώς και ο Ελευθεροτεκτονισμός, είναι ένα σύστημα Ηθικής το οποίο βασίζεται επί της ανθρώπινης διανοήσεως και εξελίσσεται με στόχο την ηθική και πνευματική ανύψωση των ανθρώπων, μέσω των μυητικών διαδικασιών, οι οποίες κύρια στοχεύουν στην αυτογνωσία- εξερεύνηση του εσωτερικού μας κόσμου και στην αναζήτηση της Αληθείας.
Δηλαδή, όπως ακριβώς και οι Μύστες(άντρες και γυναίκες) των Αρχαίων Μυστηρίων, οι Τέκτονες συμμετέχουν σε μυητικές διαδικασίες με κύριο στόχο την πνευματική τους ανέλιξη μέσω της αυτογνωσίας και της αναζήτησης – καλλιέργειας εκείνων των αξιών που οδηγούν στην ηθική τελειοποίηση.
ΠΗΓΕΣ
- Καθητζιώτης Κ., “ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ”. ΤΕΚΤΟΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΝ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ, Σ:. Στ:. ΑΔΩΝΙΣ, Λευκωσία 1974
- ΕVA CANTARELLA: “ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ”, εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1998
- Καλλέργη Διδώ, “Τα Αρχαία Μυστήρια“, εκδόσεις ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ, Αθήνα 1981
- Kerenyi C., Walter Otto, Walter Wili, Paul Schmitt, “Ελληνικά Μυστήρια“, εκδόσεις ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ, Αθήνα 2005
- Κοσμόπουλος Μιχάλης, “Ελληνικά Μυστήρια“, εκδόσεις ΕΝΑΛΙΟΣ, Αθήνα 2003
- Μαλτέζος Γ.Θ. “Μυστήρια των Προϊστορικών Χρόνων”, Αθήνα 1934
- Μπαμπινιώτης Γιώργος, “Λεξικό για το σχολείο και το γραφείο”, ΚΕΝΤΡΟ ΛΕΞΙΚΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΘΗΝΑ 2004
- Πασσά Ι. ,”Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ“, εκδόσεις ΗΛΙΟΣ, ΑΘΗΝΑ 1985
- Πουλκούρας Ιορδάνης “Τα Ελευσίνια Μυστήρια“, 7th Esoteric Quest Conference on The Mysteries and Philosophies of Antiquity, Σαμοθράκη 2008.
- Συρέ Εδουάρδος “Οι μεγάλοι μύστες“, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ Αθήνα 1981
- Χριστάκου Μαρία, ” Η Θρησκεία ως Σύστημα κατά την διάρκεια των Κλασικών Χρόνων”, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2012
- “Αρχαιολογικά Μυστήρια στην Ελλάδα“, επιμέλεια έκδοσης Δώρα Γιαννιού, εκδόσεις ΑΡΧΕΤΥΠΟΝ, Αθήνα 2005
- “ΛΑΤΡΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ‘ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ TOY ΑΡΧΑΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ“, ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ, 2002
- http://greekworldhistory.blogspot.gr/2014/08/blog-post_25.html
- www.peraapotimytho.com
- www.esoterika.gr
- ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ