pythagoras

Πυθαγορισμός: Η παρουσία της Γυναίκας

          

Όχι, δε θα προδώσω, µα τον Πυθαγόρα,

που παρέδωσε στη γενιά µας την τετρακτύν,

που περιέχει τη ρίζα της αέναης φύσης.”

Όρκος των Πυθαγορείων

Ο Πυθαγόρας γεννήθηκε στη Σάμο περίπου το 580 π.Χ.. Υπήρξε σημαντικός έλληνας φιλόσοφος, μαθηματικός, γεωμέτρης, θεωρητικός της μουσικής και ιδρυτής της Πυθαγόρειας Σχολής.

Ο Διογένης Λαέρτιος (Βίοι Φιλοσόφων, Βιβλίο Όγδοο), αναφέρει για τον Πυθαγόρα ότι : ” Νεαρός ακόμη, παρακινημένος από τη φιλομάθειά του έφυγε από την πατρίδα του για να μυηθεί σε όλες τις Ελληνικές και βαρβαρικές τελετές”.

Πήγε στην Αίγυπτο, έμαθε τέλεια τα Αιγυπτιακά, μπήκε στα άδυτα για την μύηση του, όπως λέει ο Αντιφών στο “Περί των εν αρετή πρωτευσάντων”. Έτσι γνώρισε τα μυστικά για τους θεούς, (Παπαδοπούλου & Ευθυμίου, 2010).

Έμεινε 22 χρόνια στην Αίγυπτο κοντά στους ιερείς της Μέμφιδος, της Ηλιούπολης και της Διοσπόλεως.

Σύγχρονοι μαθητές της αιγυπτιακής μαγικής αριθμοσοφίας, πιστεύουν ότι μόνο ο Πυθαγόρας δέχθηκε πλήρη μύηση στους Οίκους Ζωής της Αιγύπτου.

Είναι βέβαιο πως ο Πυθαγόρας είχε τη φήμη σοφού ο οποίος, “περί πάντων ανθρώπων γνώμας ἤδεε καί ἐξέμαθεν”, ( Γαλακούτη, 2014).

Όταν ο βασιλιάς των Περσών Καμβύσης κατέλαβε την Αίγυπτο, ο Πυθαγόρας μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα και έτσι είχε την ευκαιρία να συναναστραφεί και με τους Πέρσες Μάγους και να επισκεφτεί τους Χαλδαίους. Ελευθερώθηκε μετά από 12 χρόνια με τη μεσολάβηση του Έλληνα προσωπικού γιατρού του βασιλιά, το Δημοκήδη.

Επέστρεψε στη Σάμο, μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια απουσίας. Εκεί όμως βρήκε την πατρίδα του υπό τον τύραννο Πολυκράτη. Μαζί με την μητέρα του Παρθενίδα και με όλο το βιος τους, έφυγαν από την Σάμο για τη Ελλάδα.

Το έργο το οποίο είχε να πραγματοποιήσει ήταν μεγαλειώδες : να ξυπνήσει το κοιμισμένο πνεύμα των θεών μέσα στους ελληνικούς ναούς τους.

Πήγε στην Κρήτη για να μυηθεί στα Κριτικά Μυστήρια, έκανε καθαρμούς στην παραλία της Κρήτης και αφού νήστεψε επί εννέα ημέρες στην συνέχεια μετέβη εις το Ιδαίον Άντρον, όπου έγινε η μύηση. Η μυητική διαδικασία περιελάμβανε τον φαινομενικό θάνατο του και την φαινομενική αναβίωση του, δηλαδή την θανάτωση του αμύητου σώματος και την αναγέννησή του σε υψηλότερο πνευματικό επίπεδο .

Στη συνέχεια ο Πυθαγόρας αφού γύρισε όλους τους ναούς της Ελλάδος έφτασε στους Δελφούς. Είχε προηγουμένως παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς αγώνες και είχε προεδρεύσει στα Ελευσίνια Μυστήρια όπου ο Ιεροφάντης του παραχώρησε τη θέση του. Παντού τον είχαν δεχθεί ως Δάσκαλο.

Στους Δελφούς, ο θρύλος αναφέρει, ότι ο Πυθαγόρας μυήθηκε από την Ιέρεια του ναού φέρουσα το όνομα Θεόκλεια. Ο Πυθαγόρας εκτίμησε την σοφία, και τις υπηρεσίες που πρόσφερε στο Ναό η Ιέρεια. Ο Αριστόξενος αναφέρει ότι ο προστάτης θεός Απόλλων παρέδωσε στον Πυθαγόρα τις διδασκαλίες δια του στόματος της Θεόκλειας, με την οποία, διαθρυλείται ότι ο Πυθαγόρας διατήρησε συνεχή επικοινωνία. Η σχέση αυτή, λέγεται ότι ενδυνάμωσε την πεποίθηση του για την συμμετοχή των γυναικών στην φιλοσοφική του ομάδα,(Λαμπροπούλου, 1976).

Στη συνεχεία πολλοί λόγοι τον οδήγησαν να διαλέξει την δωρική πόλη του Κότρωνα της Ιταλίας, ως κέντρο της δράσης του.

Η ημιμυθική προσωπικότητα του Πυθαγόρα και οι πληροφορίες για την Σχολή του, οι οποίες έχουν φτάσει από μεταγενέστερους συγγραφείς, έχουν αναγάγει τον “Πυθαγορισμό” σε “Πυθαγόρειο Ζήτημα”.

Το Πυθαγόρειο Ζήτημα, δηλαδή το πρόβλημα του καθορισμού των αντιλήψεων και των δραστηριοτήτων του Πυθαγόρα, οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι ο Πυθαγόρας δεν έγραψε τίποτε.

Οι πρώτες λεπτομερείς αναφορές στον Πυθαγόρα, πραγματείες του Αριστοτέλη και των μαθητών του που σώζονται σε αποσπασματική μόνο μορφή, χρονολογούνται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ..

Οι πιο πρώιμες και πλήρεις αναφορές στον βίο και τις αντιλήψεις του Πυθαγόρα προέρχονται από τον 3ο και 4ο αιώνα μ.Χ. και συγκεκριμένα από το έργο του Διογένη του Λαέρτιου καθώς και των νεοπλατωνικών Πορφύριου και Ιάμβλιχου.

Η αριστοτελική εκδοχή αντιλαμβάνεται τον Πυθαγορισμό ως φιλοσοφικό σύστημα σύγχρονο με τους Ατομικούς φιλοσόφους, το οποίο υπήρξε τόσο εντυπωσιακό όσο η παράδοση που καθιστά τον Πυθαγόρα εισηγητή της πλατωνικής μεταφυσικής και την ίδια στιγμή προσδίδει στο πλατωνικό φιλοσοφικό σύστημα το κύρος της αρχαίας σοφίας, (Γαλακούτη, 2014).

Η Ακαδημαϊκή κοινότητα αποδίδει μεγάλο μέρος της φιλοσοφίας του Πλάτωνα στον Πυθαγόρα συμπεριλαμβανομένης τόσο της χρήσης της μονάδας και της απροσδιορίστου δυάδας ως υπέρτατων αρχών όσο και της Κοσμολογίας που περιέχεται στον Τίμαιο.

Η εισαγωγή των όρων “φιλόσοφος” και “φιλοσοφία”, αποδίδεται στον Πυθαγόρα, ενώ την πλήρη διασάφηση του όρου την έδωσε ο Πλάτωνας, (Λαμπροπούλου, 1976).

Ο Πυθαγόρας είχε πει ότι ο χαρακτηρισμός του “σοφού” ανήκει μόνο στο Θεό και πως ο “φιλόσοφος” είναι ο “σοφίαν ασπαζόμενος”, χαρακτηρίζοντας τον εαυτόν του ως “φιλόσοφο”.

Αυτό δηλώνει ότι η φιλοσοφία είναι μια δυνατότητα του ανθρώπινου πνεύματος, ένα διαρκές διανοητικό “γίγνεσθαι”, που τείνει προς το όριο του “σοφού”.

Αντίθετα η “Σοφία” αντιστοιχεί προς το ίδιο το “Είναι”, το οποίο είναι αποκλειστική ιδιότητα του “Θείου”, (Δελλής, 2002).

Φτάνοντας στον Κότρωνα της Ιταλίας, προκάλεσε αληθινή επανάσταση. Δίδασκε στους νέους, στις νέες κοπέλες και στις γυναίκες την απομάκρυνση από την διαφθορά, την ματαιοδοξία και την πολυτέλεια. Τύλιγε με χάρη την αυστηρότητα των διδαγμάτων του, ενώ από την σοφία του ανέδιδε μεταδοτική φλόγα.

Οι μαθητές ασκούντο στις Αρετές: της Ευσέβειας, της Ευορκίας. της Τιμής προς τους γονείς, της Εγκράτειας, της Δικαιοσύνης, της Ελευθερίας, δια δε της καθάρσεως του σώματος και της ψυχής έσωζαν το Εγώ, συνεχής επιδίωξη της Φρόνησης.

Το κορύφωμα όμως της πρακτικής εφαρμογής της αυτογνωσίας απ’ τους Πυθαγόρειους κατορθωνόταν με τον αυτοέλεγχο κάθε βράδυ πριν τον ύπνο με τα πολυθρύλητα τρία ερωτήματα:

” Μη δεχθείς ποτέ στα μάτια σου τον ύπνο πριν εξετάσεις προσεκτικά ένα ένα τα έργα της ημέρας ρωτώντας τον εαυτό σου: σε ποια έσφαλα; Τι καλό έκανα; Τι έπρεπε να κάνω και το παρέλειψα;

Αφού αρχίσεις από το πρώτο έργο της ημέρας προχώρα μέχρι το τελευταίο. Έπειτα από τον έλεγχο να επιπλήττεις τον εαυτό σου για τις κακές πράξεις για δε τις καλές να ευχαριστιέσαι ολόψυχα. Μ’ αυτά ασχολήσου, αυτά μελέτα με προσοχή, αυτά είναι ανάγκη να αγαπήσεις με ζήλο. “

Με την αυτογνωσία φτάνουμε ταχύτερα και σταθερότερα, στη Γνώση και στη Μάθηση, των οποίων την ακρότατη βαθμίδα κατέχει η απροσπέλαστη για τον άνθρωπο Σοφία. Φτάνουμε στη δυνατή γαλήνη και ηρεμία πνεύματος και ψυχής, προϋποθέσεων της Ευδαιμονίας. Οδηγούμαστε με την ηθική διαβίωση, στην τελείωση και στην αγιότητα, τον μοναδικό αλλά και ύψιστο σκοπό της γήινης ύπαρξης του ανθρώπου, (Φωτόπουλος Α., 2013).

Το νέο στοιχείο που φέρνει ο Πυθαγόρας στην Ελληνική σκέψη είναι η σύλληψη της Φιλοσοφίας ως τρόπου ζωής. Η φιλοσοφική μύηση δεν είναι απλώς εισαγωγή σε ένα θεωρητικό σύστημα, είναι ολοκληρωτική ψυχική μεταστροφή, στράτευση σε έναν νέο τρόπο ζωής.

Στη διδασκαλία του Πυθαγόρα η έμφαση δίνεται στο βιωματικό στοιχείο και όχι στο γνωστικό. Γι’ αυτό η Φιλοσοφία δεν μπορεί να καλλιεργηθεί σε απομόνωση: απαιτεί την ένταξη σε μια ομάδα ομοϊδεατών και ομακόων (που ακούν τα ίδια διδάγματα), σε μια αδελφότητα με αυστηρή ιεραρχία και κοινοκτημοσύνη αγαθών, όπου δεσπόζει η μορφή του δασκάλου και μύστη.

Η κοινότητα των Πυθαγορείων, το “Ομακοείον”, είναι κλειστή: ο κανόνας της σιωπής προστατεύει τα κοινά δόγματα από τα βέβηλα αυτιά των αμύητων. Σιωπή επιβάλλεται και στα νέα μέλη της κοινότητας κατά την περίοδο της μαθητείας τους, που κρατά πέντε χρόνια, έως ότου αποκτήσουν το δικαίωμα της εισόδου στον ενδότερο κύκλο των μυημένων και το πλεονέκτημα της προσωπικής επαφής με τον Πυθαγόρα.

Η συμπεριφορά ενός Πυθαγορείου καθορίζεται από ένα σύνολο προτρεπτικών και απαγορευτικών κανόνων, που καλύπτουν ποικίλες πλευρές της καθημερινής ζωής.

Είναι ηθικολόγος, υπερασπιστής των καθιερωμένων ηθικών αξιών, όπως ο σεβασμός της οικογένειας, η απαγόρευση της μοιχείας, η ευσέβεια και η πιστή τήρηση του τελετουργικού της θρησκείας – αλλά αυτό δεν αρκεί. Η διαφοροποίηση επιτυγχάνεται με τον ομαδικό τρόπο ζωής, που στηρίζεται στην προβολή της φιλίας, της αλληλεγγύης και της κοινοκτημοσύνης. Επιτυγχάνεται όμως κυρίως με την υιοθέτηση ενός ασκητικού ιδεώδους: η μύηση στην Πυθαγόρεια φιλοσοφία είναι μια διαδικασία κάθαρσης, μια πορεία εξαγνισμού της ψυχής, απελευθέρωσης από τις ανάγκες και τις δεσμεύσεις του σώματος.

Ο Πυθαγόρας είναι ο πρώτος φιλόσοφος ο οποίος εδέχθη γυναίκες στη Σχολή του, πολλές εκ των οποίων ανέδειξαν την παρουσία τους στην πνευματική κίνηση του της αρχαιότητας.

Οι ιστορικοί αναφέρουν ότι ο Πυθαγόρας, πρώτος, περιέλαβε τις γυναίκες σε όλο το σχέδιο της μεταρρυθμίσεως του. Τις εισήγαγε στον πολιτικό και πνευματικό βίο, με ίσους όρους και τους έδωσε θέση και ρόλο στο πρώτο δοκίμιο της επιστημονικής φιλοσοφίας και στις πρώτες προσπάθειες της κοινωνικής αναδιοργάνωσης, η οποία γινόταν την εποχή εκείνη.

Είναι γνωστό ότι οι γυναίκες είχαν σπουδαίο ρόλο στις ιερατικές λειτουργίες και στις τελετές των μυστηρίων, όμως ο Πυθαγόρας τις ενέταξε στις κοινωνικές δράσεις, εφάρμοσε την ισότητα των δύο φύλων και ίδρυσε συλλόγους γυναικών όπου δίδασκε ανάλογη διδασκαλία για την άσκηση των αρετών και καθηκόντων του φύλου τους, και επινόησε σύστημα εκπαίδευσης των γυναικών με το οποίο τις κατέστησε ικανές όχι μόνο για τις οικιακές τους υποχρεώσεις αλλά να πρωτοστατούν και στις φιλοσοφικές και φιλολογικές σπουδές.

Σημειώνεται ότι τα ταξίδια του Πλάτωνα στην Νότιο Ιταλία τον κατέστησαν ευμενή προς τις πνευματικές κλίσεις των γυναικών με αποτέλεσμα να ανοίξει τον πόρτα της Ακαδημίας του στις γυναίκες.

Ο Ιάμβλιχος στο “Περί του Πυθαγορικού βίου”, αναφέρει τα ονόματα 17 Πυθαγορείων γυναικών οι οποίες ανεδείχθησαν οι διασημότερες ανάμεσα στους πολυάριθμους οπαδούς του Πυθαγόρα,(Λαμπροπούλου,1976).

Ο Πυθαγόρας αναφέρει πως για ένα μυημένο ανδρόγυνο η δημιουργία παιδιού έχει απείρως ωραιότερη έννοια απ΄ ότι σε ένα άλλο αντρόγυνο. Γνωρίζοντας ότι η ψυχή προϋπάρχει, η σύλληψη ενός παιδιού γι’ αυτούς σημαίνει το κάλεσμα μιας ψυχής να ενσαρκωθεί. Ανάμεσα στην ενσαρκωμένη αυτή ψυχή και στην μητέρα υπάρχει σχεδόν πάντα κάποια βαθιά ομοιότητα.

Έτσι η διδασκαλία του Πυθαγόρα που αρχίζει από τα βάθη του απόλυτου με την θεία τριάδα, τελειώνει μέσα στη ζωή με την ανθρώπινη τριάδα.

Τον Πατέρα, τη Μητέρα και το Παιδί, οι μυημένοι γονείς ήξεραν να αναγνωρίζουν το Πνεύμα, την Ψυχή και την Καρδιά του ζώντος Σύμπαντος.

Η σύζυγος του Θεανώ τον βοήθησε πολύ στο έργο του και μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, έγινε η αρχηγός των γυναικών οι οποίες κατατάσσονταν στο νέο τάγμα, επιμελήθηκε τη διάδοση της διδασκαλίας της φιλοσοφίας του και ταυτόχρονα ενίσχυσε την θέση του Πυθαγορισμού για τον ισότιμο ρόλο γυναίκας και άντρα στην κοινωνία!

Πολλές γυναίκες του αρχαίου ελληνικού κόσμου άντλησαν έμπνευση από την επιστημονική δραστηριότητα της Θεανούς όπως η μαθηματικός και αστρονόμος Υπατία η Αλεξανδρινή!(Συρέ, 1981).

Είναι αναμφισβήτητο ότι η γυναίκα υπήρξε για τον Πυθαγορισμό αντικείμενο μιας εξαιρετικής και δίκαιης αντιμετώπισης-στοργής, αναδεικνύοντας ως κύριο στοιχείο του τον “φεμινισμό”.

Η φιλοσοφία αυτή του Πυθαγόρα έκανε τον Πλάτωνα να απαιτεί πλήρη πολιτική ισότητα για τις γυναίκες!

Συμπερασματικά σημειώνουμε ότι οι φιλόσοφοι – μύστες του αρχαίου κόσμου θεωρούσαν ότι η ύπαρξη της συμπαντικής Αρμονίας και του ανθρώπινου ψυχικού Κάλλους προϋποθέτει και την αρμονική κοινωνική, πνευματική ισότιμη και αμοιβαίου σεβασμού συνύπαρξη γυναικών και αντρών .

ΠΗΓΕΣ

1. Δελλής Ι.,(2002), “Εισαγωγή στη Φιλοσοφία”, εκδόσεις

ΤΥΠΩΘΗΤΩ, Δαρδανός, Αθήνα

2. Γαλακούτη Α. ,(2014), “Η φιλοσοφία των Πυθαγορείων ως

τρόπος βίου και η συμβολή τους στην Επιστήμη”,

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΕΚΠΑ και

Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

3. Λαμπροπούλου Στ., (1976), ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ,

Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ.

4. Κακογιάννου Φ.,(2015), “‘ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ”, εκδόσεις

ΟΣΤΡΙΑ

5. Παπαδοπούλου Γ. , Ευθυμίου Β.,(2010),”Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ

ΠΥΘΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΜΑΤΟΣ”,

Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ηράκλειο

6. Σιέττος Β. Γεώργιος, (1993), “ΤΑ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ”,

εκδόσεις ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

7. Συρέ Εδουάρδος,(1981), “Οι μεγάλοι μύστες, (Les grands

inities)”, , ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα

8. ΦΩΤΌΠΟΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ,(2013), “Η Αυτογνωσία κατά τον

Πυθαγόρα”, Εναλλακτική Δράση

9. “Αρχαιολογικά Μυστήρια στην Ελλάδα”, επιμέλεια έκδοσης

Δώρα Γιαννιού, εκδόσεις ΑΡΧΕΤΥΠΟΝ, Αθήνα 2005

10. Rohde, E. (2004), “Ψυχή: Η λατρεία των ψυχών και οι

αντιλήψεις περί αθανασίας στους Αρχαίους Έλληνες” (2ος

τόμ.), (Κ. Παυλογεωργάτου, μτφρ.). εκδόσεις Ιάμβλιχος, Αθήνα.

Παρόμοιες Δημοσιεύσεις

Πίσω στις Δημοσιεύσεις